Τέσσερις διαφορετικές ανοιξιάτικες ιστορίες από τέσσερα πρόσωπα που μοιράζονται μαζί μας τις προσωπικές τους στιγμές.
Από την Νικολέτα Πρεβένα
Ιστορίες μυστηρίου και ανεξήγητων φαινομένων – Β΄ Μέρος Τραγούδια βασισμένα σε τραγικές αληθινές ιστορίες – Μέρος Πρώτο |
Η άνοιξη έχει χαρακτηριστεί από πολλούς η εποχή των χρωμάτων, των αρωμάτων και του έρωτα. Θεωρείται ιδιαίτερα δημοφιλής καθώς είναι εποχή που μας «βγάζει» από το χειμώνα ενώ βρίσκεται ένα βήμα πριν το καλοκαίρι. Ρωτώντας φίλους και γνωστούς να μου πουν μία προσωπική τους ανοιξιάτικη ιστορία, παραξενεύτηκα ευχάριστα από τη διαφορετικότητα των ιστοριών. Επέλεξα τέσσερις και σας τις παρουσιάζω.
Τέσσερις διαφορετικές ανοιξιάτικες ιστορίες
Ελάτε και εσείς στην παρέα μας στο Facebook, κάνοντας like στη σελίδα μας. |
«Το Πάσχα στην Κέρκυρα», Γιώργος Β.
«Πριν επτά χρόνια περίπου αποφάσισα να κάνω δώρο, στην γυναίκα, τα παιδιά και τους γονείς μου, ένα ταξίδι στην Κέρκυρα. Είχα ακούσει τόσα θετικά για το Πάσχα στην Κέρκυρα. Τις στάμνες, την Ανάσταση, τον επιτάφιο, το φαγητό και πολλά άλλα.
Ξεκινήσαμε όλοι ενθουσιασμένοι για αυτό το ταξίδι. Φύγαμε Μ.Παρασκευή πρωί από Αθήνα και πήγαμε οδικώς μέσω Ηγουμενίτσας. Δε μπορώ να περιγράψω με λέξεις την κίνηση που συναντήσαμε. Φτάνοντας στην Κέρκυρα, η κίνηση μέχρι να φτάσουμε στο ξενοδοχείο ήταν ακόμα μεγαλύτερη από τα αμέτρητα πούλμαν στους δρόμους. Σκεφτήκαμε οριακά θα προλάβουμε τον Επιτάφιο.
Πράγματι φτάσαμε στο ξενοδοχείο του σκοτωμού, αφήσαμε τις βαλίτσες και φύγαμε κατευθείαν χωρίς ξεκούραση. Εδώ θέλω να σημειώσω πως τα παιδιά είχαν ήδη ταλαιπωρηθεί αρκετά και θέλαμε επειγόντως μετά τον Επιτάφιο να καθίσουμε κάπου για φαγητό.
Τελικά, τον Επιτάφιο δεν τον είδαμε από το πλήθος κόσμου που είχε μαζευτεί. Όταν λέω για κόσμο το εννοώ, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που πήραμε τα παιδιά αγκαλιά μην τυχόν και χαθούν σε αυτό το πλήθος. Αφού λοιπόν δεν τον είδαμε, είπαμε να πάμε για φαγητό αλλά ατυχήσαμε και εκεί. Όλα τα μαγαζιά ήταν γεμάτα, τραπέζι πουθενά.
Αναγκαστήκαμε και πήραμε σάντουιτς, καθίσαμε στην πλατεία Σπιανάδα για να τα φάμε. Για να μην τα πολυλογώ και οι τέσσερις ημέρες που μείναμε στην Κέρκυρα ήταν πάνω κάτω το ίδιο. Μεγάλο πλήθος κόσμου, όχι ικανοποιητικές τουριστικές υπηρεσίες. Το έθιμο της στάμνας ήταν καλό αλλά δε μπορεί ένας κούκος να φέρει την άνοιξη. Συμφωνήσαμε όλοι πως ο επόμενος πασχαλινός προορισμός μας θα ήταν σε ένα όχι τουριστικό μέρος αλλά σε κάποιο μικρό χωριό.»
«Το άγνωστο ηλικιωμένο ζευγάρι», Κατερίνα Χ.
«Σαν κάτοικος της Νέας Σμύρνης μου αρέσει να πηγαίνω στο πάρκο όλες τις εποχές κυρίως γιατί γυμνάζομαι. Μία άνοιξη καθώς καθόμουνα σε ένα παγκάκι για ξεκουραστώ και να συνεχίσω τη γυμναστική μου, το βλέμμα μου έπεσε σε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που καθόταν απέναντι μου.
Δε μπορώ να εξηγήσω γιατί αλλά μου τράβηξε το ενδιαφέρον. Ήταν γύρω στα ογδόντα όμως η τρυφερότητα που είχαν μεταξύ τους ήταν σαν να γνωρίστηκαν μόλις χθες. Αναρωτήθηκα λες να είναι ερωτευμένοι; Και άρχισα να παρατηρώ αντιδράσεις. Ναι, ήταν ερωτευμένοι. Δε φαντάζεστε τη εντύπωση μου έκανε να βλέπω δύο ανθρώπους αυτής της ηλικίας να συμπεριφέρονται σαν ερωτευμένο νεανικό ζευγαράκι με τόση αξιοπρέπεια.
Δεν είμαι περήφανη για αυτό που θα πω αλλά ήθελα να πηγαίνω σχεδόν καθημερινά στο πάρκο για να χαζεύω αυτό το ζευγάρι. Μέχρι και τη συγκεκριμένη ώρα που πήγαιναν είχα καταφέρει να ορίσω. Πόσο απογοητευόμουν αν δεν τους έβρισκα εκεί! Αν και τις περισσότερες φορές, ήταν. Αυτό κράτησε όσο διήρκησε η άνοιξη και από τον Ιούνιο εξαφανίστηκαν. Από τότε δεν τους ξανά είδα.»
«Η κλοπή του ποδηλάτου μου», Όθωνας Π.
«Να σου πω μία ανοιξιάτικη ιστορία; Έχω μία ιστορία αλλά δε ξέρω αν είναι ανοιξιάτικη. Ξέρω ότι έγινε το Μάιο και με πόνεσε πολύ.
Ήμουν τότε δεκαοκτώ χρόνων και δούλευα νύχτα μέρα σε τρεις δουλειές γιατί ήθελα να αγοράσω ένα ακριβό ποδήλατο. Το κόστος του τότε είχε περίπου σε αντιστοιχία γύρω στα 2.000 ευρώ σήμερα. Μετά από πολύ κόπο, κατάφερα να μαζέψω τα χρήματα, στα δεκαεννιά μου χρόνια. Οκτώβρη μήνα, αγόρασα το ποδήλατο.
Νομίζω πως μπορείς να φανταστείς τη χαρά μου. Δεν το αποχωριζόμουν σχεδόν ποτέ και αν μπορούσα θα κοιμόμουν μαζί του. Ήταν Μάιος και είχα πεταχτεί για δύο λεπτά σε ένα φίλο για να μου δώσει ένα παιχνίδι. Άφησα το ποδήλατο στην πυλωτή της πολυκατοικίας του αλλά δε ξέρω γιατί, εκείνη την ημέρα βαριόμουν να το κλειδώσω. Ίσως γιατί σκεφτόμουν “έλα μωρέ δύο λεπτά θα καθίσω”.
Όπως καταλαβαίνεις μου το έκλεψαν σε ένα χρονικό διάστημα δέκα λεπτών. Δεν άκουσα και δεν είδα τίποτα. Είναι από εκείνες τις στιγμές που παρακαλάς να ξυπνήσεις και λες δε μπορεί θα βλέπω εφιάλτη. Πήγα στην αστυνομία, έκανα καταγγελία αλλά όσο το βρήκαν για εσένα αλλά τόσο το βρήκαν και για εμένα.
Αυτό το περιστατικό όσο περίεργο και αν ακούγεται σημάδεψε όλη τη μετέπειτα ζωή μου. Δεν υπάρχει πια «έλα μωρέ τι μπορεί να συμβεί σε δύο λεπτά; Τα πάντα». Έγινα πιο προσεκτικός, πιο επιφυλακτικός αλλά το ποδήλατο δε βρέθηκε ποτέ!»
«Το πρώτο και τελευταίο ραντεβού στα τυφλά», Ελίνα Μ.
«Δε ξέρω τι μας πιάνει όλους την άνοιξη και ψάχνουμε – αν δεν έχουμε – ερωτικό σύντροφο. Εκείνη την άνοιξη ήμουν μόνη και όση προσπάθεια και αν είχα κάνει δεν είχα καταφέρει να γνωρίσω κανέναν. Έτσι, υπέκυψα στις πιέσεις της θείας μου να μου γνωρίσει τον ανιψιό μίας πελάτισσας της που ήταν και εκείνος μόνος.
Οι περιγραφές της ήταν πως ήταν όμορφος, με σταθερή εργασία και καλό παιδί. Ήταν τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος μου και πως θα ήταν ιδανική περίπτωση για εμένα.
Ήταν το πρώτο (και τελευταίο) ραντεβού στα τυφλά που θα είχα. Δεν αισθανόμουν ιδιαίτερα άνετα. Συν ότι αισθανόμουν και μία «κατάντια» για τον εαυτό μου. Όπως και να είχε καταπίεσα τα συναισθήματα μου και πήγα στο ραντεβού που ήταν σε μία καφετέρια.
Όταν έφτασε εκείνος ήταν πράγματι όμορφος αλλά όπως διαπίστωσα στη συνέχεια πολύ κενός. Αφού συζητήσαμε περίπου για μία ώρα, μετά μπήκε κατευθείαν στο ψητό πως με ήθελε για γάμο και πως ήταν από τους άντρες που ήθελε τη γυναίκα στο σπίτι. Στην αρχή γέλασα αλλά κατάλαβα πως μιλούσε σοβαρά. Βρήκα μία δικαιολογία στα πεταχτά και έφυγα.
Τότε άρχισε το παρατράγουδο. Με έπαιρνε τηλέφωνο σχεδόν δέκα φορές την ημέρα «Πήρα να σου πω μία καλημέρα», «Έφαγες;» και άλλες τέτοιες μπούρδες. Με ενόχλησε πολύ η συμπεριφορά του και του είπα πως δε θα γίνει τίποτα μεταξύ μας. Εκείνος όμως ήταν σα να μην καταλαβαίνει και συνέχισε τα δικά του. Πραγματικά στο δικό του μυαλό είχε πιστέψει πως θα παντρευτούμε.
Αναγκάστηκα να μιλήσω στη θεία μου και εκείνη με τη σειρά της μίλησε στην πελάτισσα της. Τότε σταμάτησε να με ενοχλεί. Αυτό το ενοχλητικό ραντεβού με έκανε να μισήσω και να αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι τα ραντεβού στα τυφλά. Καλύτερα μόνη παρά με οποιονδήποτε τρελό.»
Comments are closed.