Περί αερικών και άλλων δαιμονίων: Το στοιχειό του ξυλουργού – Μέρος Πρώτο

Από την Ειρήνη Αγγελίδου

Σε μια από τις συχνές εξορμήσεις μου στα παλαιοπωλεία της Ομόνοιας και του Μοναστηρακίου, είχα την τύχη να μη βρω το βιβλίο που έψαχνα. Ένα ρομάντζο που εκδόθηκε στην Τεργέστη στις αρχές του 19ου αιώνα.

Ο τίτλος δεν έχει σημασία αλλά θα σας τον δώσω, σε περίπτωση που τύχει και το βρείτε εσείς. Λέγεται «Ευφροσύνη και Θεόκριτος». Είναι ένα συνηθισμένο δακρύβρεχτο ρομάντζο με δυστυχισμένο τέλος, από αυτά που έκαναν τις Ελληνίδες δεσποινιδούλες των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών να κλαίνε για την άτυχη κατάληξη των τραγικών εραστών. Η Ευφροσύνη παντρεύεται άλλον και ο Θεόκριτος γίνεται καλόγερος.

Αλλά το αντίτυπο που ψάχνω λέγεται πως έρχεται κατευθείαν από τη βιβλιοθήκη του Γεωργίου Κομνηνού. Ενός αφανούς μέλους της Φιλικής Εταιρίας που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς πριν από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του ’21. Πολλά γράφτηκαν για τη μοίρα του. Άλλοι είπαν πως τον έπιασαν οι τουρκικές αρχές και τον βασάνισαν, άλλοι πως έκλεψε λεφτά από το ταμείο της Εταιρείας και διέφυγε στην Αγγλία. Υπήρχε ακόμα και η φήμη πως το έσκασε με μια φιλενάδα της μεγαλύτερης κόρης του.

Το εν λόγω βιβλίο στάλθηκε στην οικογένειά του ένα χρόνο μετά την εξαφάνισή του. Όνομα αποστολέα δεν υπήρχε, αλλά το όνομα του παραλήπτη ήταν αυτό του εξαφανισμένου κυρίου. Στην πρώτη σελίδα υπήρχε κωδικοποιημένο ένα μήνυμα.

Για δέκα χρόνια, πολλοί προσπάθησαν να σπάσουν τον κώδικα και να δώσουν – πιθανώς – μια απάντηση σε αυτό το περίεργο αίνιγμα της εξαφάνισης. Κάποια μέρα, το βιβλίο εξαφανίστηκε μυστηριωδώς ή – πολύ πιθανόν – κλάπηκε από την βιβλιοθήκη της οικογένειας. Κανείς δεν ήξερε την τύχη του μέχρι πρότινος.

Σε ένα ημερολόγιο μιας γηραιάς κυρίας που μετακόμισε στην Αθήνα από την Κωνσταντινούπολη ένα χειμώνα του ’30, αναφέρεται πως είχε πρόσφατα αγοράσει το αξιόλογο ρομάντζο «Ευφροσύνη και Θεόκριτος» από ένα παλαιοπωλείο της Πόλης σε άριστη κατάσταση, μόνο που κάτι ακατανόητες λέξεις στην πρώτη σελίδα χαλούσαν την ομορφιά του βιβλίου.

Αυτό το βιβλίο αναζητώ γιατί πιστεύω πως κατέληξε πάλι σε κάποιο παλαιοπωλείο και κάποια μέρα ίσως το ανακαλύψω. Αλλά στάθηκα τυχερή μέσα στην ατυχία μου. Ανακάλυψα ένα άλλο «διαμαντάκι».

Μια μονογραφία του 19ου αιώνα, αγνώστου συγγραφέως, σχετικά με φαντάσματα, αερικά και κάθε άλλου είδους τελώνια με τον τίτλο «Περί αερικών και άλλων δαιμονίων στις ελληνικές νήσους τον 18ο και 19ο αιώνα».

«Και συμβαίνει συχνά στις ελληνικές νήσους οι νεκροί, όχι μόνο να αρνούνται να επιστρέψουν στο χώμα, όπως είναι η Θεία προσταγή, αλλά και να σηκώνονται, να περπατούν τις νύχτες και να επιστρέφουν στις οικίες τους, προς τον άφατο τρόμο των γυναικών, των τέκνων τους και των λοιπών συγγενών. Ολημερίς κοιμούνται  στα μνήματά τους και οληβραδίς δουλεύουν το αλέτρι, το πριόνι, ή το σφυρί…»

(Απόσπασμα από το Περί αερικών και άλλων δαιμονίων στις ελληνικές νήσους τον 18ο και 19ο αιώνα, Αγνώστου Συγγραφέως)

Χωρίζεται σε τρία μέρη, με το πρώτο να είναι αφιερωμένο στα στοιχειώματα. Και το πιο αξιοσημείωτο είναι το Στοίχειωμα του Ξυλουργού.

Προχώρησα σε απόδοσή του στα νεοελληνικά και σας το παραθέτω στη συνέχεια:

«Ο προ-προ-προ-πάππος της κυρίας … ήταν ξυλουργός. Παντρεύτηκε και έκανε τρία παιδιά αλλά μόνο ένα έζησε. Τα άλλα δύο πέθαναν όταν ήταν μωρά ακόμα. Όταν η μικρή του κόρη ήταν τριών ετών, έχασε και τη γυναίκα του μετά από μια ξαφνική αρρώστια.

Δεν είχε πολλή μεγάλη περιουσία. Ένα δίπατο σπιτάκι με το εργαστήρι του στο ισόγειο και ένα περιβολάκι που ήταν προίκα της γυναίκας του. Αλλά ήταν εργατικός και συνετός. Δεν στέρησε τίποτα από τη μοναχοκόρη του και με τη σκληρή δουλειά του κατόρθωσε να της προσφέρει μια αξιοσέβαστη προίκα.

Το Αννιώ, η κόρη του, ήταν λες και είχε γεννηθεί κάτω από ένα τυχερό αστέρι. Έτσι έλεγαν όλοι όταν τη ζήτησε σε γάμο ένας από τους πλουσιότερους γαμπρούς της χώρας.

«Και παντρεύτηκαν και ο βίος τους αποδείχτηκε ανθόσπαρτος και απέκτησαν πολλά παιδιά;» Ρώτησα την κυρία….

«Η ζωή του άντρα της ήταν σίγουρα ανθόσπαρτη. Γιατί αποδείχτηκε πως ήταν τεμπέλης και όλη την περιουσία του την είχε δημιουργήσει ο πατέρας του. Όταν ο πεθερός της Αννιώς πέθανε – λίγο μετά το γάμο της – η κοπέλα ανακάλυψε πως αν δεν φρόντιζε η ίδια για τη διατήρηση της περιουσίας τους, τότε θα βρίσκονταν στη ψάθα αργά ή γρήγορα.

Κι οι συμφορές της νιόνυμφης δεν τέλειωσαν εκεί. Μια μέρα ο άντρας της άρχισε καβγά με τον πατέρα της και τους άκουσε όλο το χωριό. Ο άντρας της καμώθηκε πως η συμπεριφορά του πατέρα της ήταν μέγιστη προσβολή και απαγόρεψε στην Αννιώ να τον βλέπει.

Τι να κάνει η άμοιρη νέα; Μόλις είχε μάθει κιόλας πως περίμενε το πρώτο της παιδί η καημένη. Ήλπιζε πως με τον καιρό, ο θυμός του άντρα της θα κόπαζε και θα μπορούσε έτσι να ξαναδεί τον πατέρα της.

Αλλά όσο περνούσε ο καιρός και όσο περισσότερο φούσκωνε η κοιλιά της κόρης, τόσο έλιωνε και μαράζωνε ο πικραμένος πατέρας της. Ακόμα και το νέο του πρώτου του εγγονιού το έμαθε από γείτονες στο παζάρι της Χώρας.

Μα ο γερό-ξυλουργός δεν το έβαλε κάτω. Έβαλε όλη του την τέχνη και σκάλισε έναν ολόκληρο στρατό από ξύλινα ζωάκια για το εγγόνι του που θα γεννιόταν σύντομα. Όσο πλησίαζε ο καιρός τόσο περισσότερο χρόνο περνούσε με το να σκαλίζει τα παιχνίδια. Πολλές φορές ξεχνούσε να φάει και να κοιμηθεί. Κι ακόμα και οι κατσάδες μιας γειτόνισσας με πέντε παιδιά που του πήγαινε κανένα πιάτο μαγειρευτό φαΐ όταν μπορούσε, δεν του άλλαξαν το μυαλό.  Και ήταν τόσο όμορφα και λεπτοδουλεμένα τα ξύλινα παιχνίδια για το εγγόνι του που θα ‘λεγε κανείς ότι προορίζονταν για το παιδί κανενός βασιλιά.

Κι ήρθε κάποτε η μέρα που έφτασαν τα μαντάτα πως η κόρη του γέννησε κοριτσάκι. Αμέσως, ο περήφανος παππούς έστειλε τα παιχνίδια και ένα γράμμα με ένα από τα παιδιά της γειτόνισσας για τα συγχαρίκια και ετοίμασε τα καλύτερά του ρούχα για να είναι έτοιμος να πάει και να δει την κόρη του και την εγγόνα του.

Αλλά κάποιος άλλος πρόλαβε να τον επισκεφτεί πρώτος…»

Συνεχίζεται…*

* Οποιαδήποτε ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική

Διαβάστε εδώ το δεύτερο μέρος.

Σχετικά άρθρα:

Περί αερικών και άλλων δαιμονίων: Το στοιχειό του ξυλουργού (β’)
Τα περίεργα της Ιστορίας: Ο φιλόσοφος που ήθελε να γίνει μούμια
Μύθοι, προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες στην Ελλάδα
Οι μαύροι πίνακες του μεγάλου Ισπανού ζωγράφου Γκόγια

Comments are closed.