Ο αγαπημένος μας συνθέτης Νίκος Πλατύραχος μιλάει στο umano για το νέο του δίσκο, το ξεκίνημά του, την ελληνική μουσική και πολλά άλλα.

Από την Ηρώ Στ. Μπουσούνη

Ο Νίκος Πλατύραχος είναι ένας πολύ αγαπημένος συνθέτης, με ποικίλες μουσικές σπουδές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει γράψει μουσική για πάνω από δεκαπέντε ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και βραβεύτηκε στο εξωτερικό για τη δουλειά του. Έχει συνεργαστεί με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Sergiu Celibidache κ.ά. 

Η Μαύρη Μπογιά στο Μάρμαρο είναι ο νέος κύκλος τραγουδιών του Νίκου Πλατύραχου, σε στίχους του Δημήτρη Λέντζου. Δεκατρία τραγούδια με σαφείς αναφορές στο λαϊκό και το ρεμπέτικο, αλλά με τον χαρακτηριστικό τρόπο που ο συνθέτης τα σμίγει ευφάνταστα με άλλες δυτικές μουσικές επιρροές. Οι ιστορίες των τραγουδιών έχουν έντονη τη μυρωδιά της πόλης και των χαρακτήρων του κέντρου της. Στις ερμηνείες ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, η Βίκυ Καρατζόγλου, η Αφροδίτη Μάνου, ο Γιώργος Νταλάρας, η Νεφέλη Φασούλη και ο ίδιος ο Νίκος Πλατύραχος.

Umano: Πότε και πώς ξεκίνησε το μουσικό σας ταξίδι;

Όταν ήμουν έξι με εφτά χρόνων, σ’ ένα τραπέζωμα μιας αγαπημένης θείας στο Ρέθυμνο, βρέθηκα μπροστά σ’ ένα πιάνο. Άρχισα να παίζω, με το ένα δάκτυλο, τη Φραγκοσυριανή και διάφορα άλλα τραγούδια του Μάρκου και του Τσιτσάνη.

Ευτυχώς είχα έναν πατέρα, που αντί να μου πει να κάνω ησυχία γιατί τρώγαμε, μου πήρε και εμένα ένα πιάνο.

Από ‘κει άρχισαν όλα, ακολουθώντας αρχικά την πεπατημένη ωδεία, ιδιαίτερα κ.ά. Στη συνέχεια αποκλίνοντας από αυτήν με πειραματισμούς, συγκροτήματα… Λίγο – πολύ δηλαδή όπως όλοι οι υγιείς οργανισμοί.

Ο αγαπημένος συνθέτης Νίκος Πλατύραχος στο Umano

Umano: Οι μουσικοί σας δρόμοι σας οδήγησαν στη Γερμανία;

Ναι, στη Γερμανία με οδήγησε ένας πολύ καλός δάσκαλος, ο Αντώνης Κοντογεωργίου, που τότε είχε φτιάξει μία τάξη διεύθυνσης χορωδίας στο Εθνικό Ωδείο. Ήμασταν μαζί με το Μίλτο Λογιάδη τότε και μια επίλεκτη ομάδα πολύ καλών μουσικών σ’ εκείνη την τάξη. Ο Κοντογεωργίου μας παρότρυνε συνεχώς να πάμε στη Γερμανία, όπου είχε σπουδάσει κι εκείνος. Βρέθηκα λοιπόν στην Ακαδημία της Κολωνίας, στην τάξη σύνθεσης του H. W. Henze, ενός πολύ πρωτοπόρου γερμανού συνθέτη και, μπορώ να πω, έμαθα πολλά.

Τα πιο πολλά όμως τα έμαθα από την τριβή με την ίδια την πόλη και τους μουσικούς που βρήκα εκεί.

Ξέρετε, το περιβάλλον σε αυτές τις βόρειες πόλεις είναι πολύ γόνιμο καλλιτεχνικά και οδηγεί σε δημιουργικές αμφιδράσεις. Έγραψα πολλές μουσικές για τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο και ακόμα συνεχίζω. Αν και έχω επιστρέψει πολλά χρόνια στην Ελλάδα, πηγαίνω όποτε χρειάζεται, που τώρα με την πρόοδο της τεχνολογίας χρειάζεται δυστυχώς …όλο και σπανιότερα.

Umano: Ασχολείστε και με τη μουσική σύνθεση για ταινίες. Η μουσική επένδυση μιας ταινίας θεωρείται για πολλούς το 40% της επιτυχίας της. Συμφωνείτε με αυτό;

Κοιτάξτε, ο κινηματογράφος είναι ένα πολύτεχνο έργο και μία από τις – πολύ σημαντικές ομολογουμένως – παραμέτρους του είναι η μουσική. Δεν ξέρω όμως αν αρκεί η μουσική, έστω και ως 40%, να κάνει μια ταινία επιτυχημένη – προσωπικά νομίζω πως όχι. Έχω δει αρκετές κακές ταινίες, που η καλή τους μουσική δεν τις βοήθησε και τόσο. Αντιθέτως, έχω δει συχνότερα το αντίστροφο, μια καλή ταινία να «τραβήξει» και την πιο μέτρια μουσική της.

Ως προς το αν είναι δύσκολο ή εύκολο, θα σας έλεγα ότι αρχικά όλα είναι δύσκολα, αλλά στην περίπτωσή μας, το να γράψεις μουσική για μια ταινία είναι ευκολότερο από το να γράψεις μουσική εκ του μηδενός. Και αυτό γιατί σου προσφέρεται ένα νοηματικό υπόβαθρο που αλλιώς θα πρέπει να το δημιουργήσεις μόνος σου.

Ο αγαπημένος συνθέτης Νίκος Πλατύραχος στο Umano

Umano: Στην Ελλάδα υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι με βραβεύσεις στο εξωτερικό – όπως εσείς – και όμως δεν προβάλλονται στο ευρύ κοινό, σε αντίθεση με άλλους με τους οποίους μας «βομβαρδίζουν». Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;

Νομίζω ότι αυτό έχει δύο λόγους που συμβαίνει. Ανέκαθεν και παντού αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι, όπως λέτε, δεν «πουλάνε» και τόσο, απευθύνονται κατά κύριο λόγο στους λίγους, στην ιντελιγκέντσια της κάθε εποχής.

Από την άλλη μεριά, εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε και την κακοδαιμονία μας, που μας κατατρώει απ’ την εποχή του Περικλέους, τη μισαλλοδοξία.

Αυτό το σαρκοβόρο κύτταρο έχει στείλει πολύ κόσμο στην πυρά, αντί να τον τοποθετεί στο βάθρο που του αξίζει – όσο κι αν ο Χρόνος στο τέλος δικαιώνει κάθε τι που αξίζει. Εγώ προσωπικά, έχω συμβιβαστεί μ’ αυτό – μη σας πω ότι το απολαμβάνω κιόλας – γιατί οι άνθρωποι που με ακολουθούν και εκτιμούν τη δουλειά μου, παρ’ ότι ολιγάριθμοι, έχουν μια βαθύτερη και πιο ουσιαστική επαφή μαζί μου, όπως και εγώ μαζί τους βεβαίως.

Umano: Σαν μουσικός, θεωρείτε πως η μουσική τελικά χωρίζεται σε τόσες πολλές κατηγορίες; Υπάρχουν τόσα είδη;

Η μουσική χωρίζεται πράγματι σε τόσες κι άλλες τόσες κατηγορίες, έχετε δίκιο. Το μεγάλο μυστικό βέβαια είναι ότι δεν υπάρχει καλή και κακή κατηγορία, αλλά μόνο καλή και κακή μουσική!

Ο αγαπημένος συνθέτης Νίκος Πλατύραχος στο Umano

Umano: Τι είναι η μουσική για εσάς; Κατά τη γνώμη σας, πότε ένας μουσικός θεωρείται επιτυχημένος;

Η μουσική για μένα είναι, νομίζω, κατά κύριο λόγο ίαση. Θα μου πείτε από τι…. νομίζω από μια ασθένεια που θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η μουσική.

Ξέρετε, η Τέχνη – άπαξ και πέσεις στα δίχτυα της – σε θέλει ολοκληρωτικά δικό της, δεν κάνει παζάρια επ’ αυτού.

Όταν ήμουν μικρός και ακόμα «παιζόταν» για το ποιο επάγγελμα θα ακολουθούσα, υπήρχαν και άλλες προοπτικές και μάλιστα πολλά υποσχόμενες. Τώρα ξέρω σίγουρα ότι θα ήμουν πολύ δυστυχισμένος αν τις είχα ακολουθήσει. Αυτό νομίζω απαντά και στη δεύτερη ερώτησή σας, πετυχημένος μουσικός είναι εκείνος που απλά …δε μπορεί να κάνει αλλιώς!

Umano: Στην πολύχρονη καριέρα σας, ποιες στιγμές έχετε ξεχωρίσει και γιατί;

Σα «στιγμή» θα σας πω για την περίοδο που έγραφα την πρώτη μου μουσική για ταινία, που ήταν το Πτήση μέσα στη νύχτα του φίλου μου Χάρη Πατραμάνη, στον οποίο οφείλω και το βάπτισμά μου στον κινηματογράφο. Ήταν μια εποχή υψηλής αδρεναλίνης, μεγάλου ενθουσιασμού και συγκινήσεων που τη θυμάμαι με πολύ νοσταλγία ακόμη και τώρα. Σαν κομβικά κεφάλαια, θα σας πω για τη γνωριμία μου με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Sergiu Celibidache. Ανθρώπων που σφράγισαν με μοναδικό τρόπο την προσωπικότητά μου, τις επιλογές μου και τον τρόπο σκέψης μου. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τους ακολουθώ κατά γράμμα ή με την έννοια της ταύτισης. Απλά μου φώτισαν έναν άλλο μηχανισμό σκέψης και αντιδράσεων ως προς το πώς πρέπει να βλέπουμε τον κόσμο γενικότερα και εμάς μέσα σ’ αυτόν.

Umano: Ας έρθουμε στο νέο σας άλμπουμ Μαύρη Μπόγια στο Μάρμαρο, σε μουσική δική σας και στίχους του Δημήτρη Λέντζου. Μιλήστε μας για αυτή τη δουλειά.

Το Εν αρχή ην ο Λόγος νομίζω βρίσκει την πλήρη εφαρμογή του στη δουλειά αυτή. Θέλω εδώ να σας πω ότι η σχέση μου με το τραγούδι ήταν, μέχρι πριν έξι με εφτά χρόνια, ένα είδος ανεκπλήρωτου φλερτ, με μια δόση σνομπισμού και από τη μεριά μου και από τη μεριά του.

Μετά Τα Άστεγα, η γνωριμία μου με τον Λέντζο πυροδότησε μία έκλυση μελοποιίας από πλευράς μου, που ούτε την είχα φανταστεί.

Το τραγούδι, ξέρετε, είναι ένας άλλος κόσμος, αυτόνομος, αυτόφωτος και αυτοτελής, που θεωρώ ότι είναι και ισοβαρής με όλη την υπόλοιπη μουσική δημιουργία. Το πολύ βασικό του δε στοιχείο, είναι ότι δεν εδράζεται σχεδόν καθόλου στην τεχνική ή τις σπουδές -υπάρχουν πολλά παραδείγματα εκδορέων που έγιναν συνθέτες τραγουδιών – αλλά σχεδόν αποκλειστικά στη δυνατότητα εκμαίευσης μουσικής από το λόγο, όπως βεβαίως και το αντίθετο. Οι οποιεσδήποτε τεχνικές – ενορχήστρωση, ερμηνεία, παραγωγή – έρχονται πολύ αργότερα και επικουρικά ως προς το πρωταρχικό αυτό συστατικό.

Στη Μαύρη Μπόγια στο Μάρμαρο, ο λόγος του Λέντζου χαρακτηρίζεται από πολιτικές και ερωτικές αποχρώσεις που όμως τελικά αναρριχάται σε ένα υπερβατικό επίπεδο ποίησης. Η μουσική που μου προέκυψε είναι ένα αμάγαλμα μεταξύ ρεμπέτικου και country, σε μια λογική συνύπαρξης που βασίζεται στα κοινά τους χαρακτηριστικά.

Umano: Τι σημαίνει ο τίτλος Μαύρη Μπογιά στο Μάρμαρο; Λάτρεψα το εξώφυλλο και το ότι επιλέξατε να κάνετε την παρουσίαση του δίσκου σε μία μουσική ταβέρνα…

Ο τίτλος, όπως καταλαβαίνετε, μεταφέρει το άρωμα του πεζοδρομίου, την ιαχή της διαδήλωσης, την έννοια «σύνθημα» – πολιτικό και ερωτικό – και αφήνει να αιωρείται μια ατμόσφαιρα αντίδρασης, ίσως και οργής. Το ομώνυμο τραγούδι νομίζω τα περιγράφει πολύ ανάγλυφα όλα αυτά. Το εξώφυλλο – που και μένα μου αρέσει πολύ – βασίζεται σε μια φωτογραφία της φίλης μου Ελένης Αγγελίδου, πάνω στην οποία εργάστηκε αριστοτεχνικά η Αργυρώ Συρίγγα. Η παρουσίαση στην ταβέρνα Κληματαριά, με τους πολύ αγαπημένους μουσικούς και ερμηνευτές που συνετέλεσαν σε αυτό, επισφράγισε το μανιφέστο πάνω στο οποίο εργαστήκαμε με το Λέντζο.

Η ταβέρνα – και μάλιστα μία τόσο όμορφη όπως η Κληματαριά – λειτουργεί ως ιερός τόπος για να κοινωνούνται τέτοια τραγούδια. Άλλωστε εκεί γεννήθηκαν.

Umano: Τα τραγούδια αποδίδουν και σπουδαίοι ερμηνευτές όπως ο Γ. Νταλάρας, η Α. Μάνου, ο Δ. Ζερβουδάκης κ.ά. Είχατε τα ονόματα των ερμηνευτών στο μυαλό σας ή προέκυψε μεταγενέστερα η συνεργασία;

Νομίζω το δεύτερο. Παρ’ ότι πολλές φορές γράφει κανείς πάνω σε συγκεκριμένους ερμηνευτές. Στην περίπτωση αυτή τα τραγούδια μίλησαν αφού γράφτηκαν, δείχνοντας ποιον θέλουν. Με την ευκαιρία, να ευχαριστήσω και όλους τους τραγουδιστές που πραγματικά έβαλαν την ψυχή τους για να βγει αυτό το όμορφο αποτέλεσμα.

Umano: Σε αυτό το άλμπουμ κάνετε αναφορές στο λαϊκό και το ρεμπέτικο τραγούδι που «παντρεύονται» με άλλα μουσικά είδη. Το είχατε κάνει και στο προηγούμενο άλμπουμ σας, Άστεγα. Ποιες οι διαφορές ανάμεσα στα δύο άλμπουμ;

Είχα από παλιά μιαν ανησυχία, ως προς αυτούς τους πειραματισμούς με τις προσμίξεις από αγαπημένα μουσικά είδη. Στα Άστεγα το ragtime με το ρεμπέτικο οσμώθηκαν σε ένα είδος, δηλαδή το κάθε τραγούδι «περιείχε» και τα δύο στυλ ισοβαρώς. Στη Μαύρη Μπογιά στο Μάρμαρο δεν έχουμε κάτι τέτοιο, αλλά αμιγώς λαϊκά ή country τραγούδια σε μία λογική αλληλουχία, που προκύπτει από το λόγο.

Ο αγαπημένος συνθέτης Νίκος Πλατύραχος στο Umano

Umano: Ποια πιστεύετε πως είναι τα βασικά προβλήματα που θα συναντήσει ένας νέος μουσικός στην Ελλάδα;

Είναι πολλά, αλλά νομίζω δεν πρέπει να τα σκέφτεται. Είναι προτιμότερο να αφήνεται στη δίνη του ενθουσιασμού του, πριν αυτός νοθευτεί ακριβώς από αυτά τα προβλήματα – ίσως να είναι και ο μόνος τρόπος να τα ξεπεράσει. Επειδή όμως με ρωτάτε, ενδεικτικά θα σας πω για το πρόβλημα της δισκογραφίας, των πνευματικών δικαιωμάτων, των μειωμένων αμοιβών, του ελλείμματος παιδείας και πολιτισμού στη χώρα μας και άλλα πολλά.

Umano: Τελικά, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βοηθάνε τους μουσικούς ή όχι; Ποια είναι η γνώμη σας;

Νομίζω τελικά, ναι. Ως μεμονωμένος τομέας βοηθάει πολύ, γιατί μπορεί ευκολότερα κανείς πλέον να κοινωνεί το έργο του – υπάρχουν και πολλά παραδείγματα ανθρώπων που ανελίχθησαν μόνο από αυτά τα μέσα.

Δυστυχώς όμως άλλες, πιο σκοτεινές πλευρές της τεχνολογίας, έχουν καταλύσει το χώρο μας.

Η πειρατεία που έχει χτυπήσει ανελέητα τη μουσική βιομηχανία, η έκπτωση της ποιότητας με τα mp3 αλλά και οι μουσικές βιβλιοθήκες που έχουν απομειώσει δραματικά τα κόστη σύνθεσης και παραγωγής μουσικής για τη διαφήμιση, τον κινηματογράφο κλπ.

Umano: Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον κόσμο, τι θα ήταν αυτό;

Αν ήμουν επιστήμων ερευνητής, θα προσπαθούσα να ανακαλύψω τη μέθοδο δια της οποίας θα αποκτηνοποιούσα τον άνθρωπο. Δυστυχώς, παρ’ όλη την έξωθεν ωραιοποίησή μας, δεν έχουμε ξεφύγει ακόμα από την εποχή των σπηλαίων.

Umano: Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Γράφω τώρα τη μουσική για ένα θεατρικό έργο που σκηνοθετεί ο Γρηγόρης Καραντινάκης. Έπεται η μουσική για πέντε ταινίες – ντοκιμαντέρ της Μαρίας Ηλιού που αφορούν την Αθήνα. Κατά τ’ άλλα, έχω κατά νου μία συμφωνική φόρμα – μάλλον σουίτα – που θα βασίζεται σε ρεμπέτικες μελωδίες.

Ακούστε το νέο άλμπουμ του Νίκου Πλατύραχου και του Δημήτρη Λέντζου, Μαύρη Μπογιά στο Μάρμαρο

Σχετικά άρθρα:

Συνέντευξη του Δημήτρη Ζερβουδάκη στο Umano
Ο Παντελής Θαλασσινός στο Umano
Αφροδίτη Μάνου, η αγαπημένη τραγουδίστρια μίας άλλης εποχής
Συνέντευξη του Χρήστου Θηβαίου στο Umano

Ελάτε και εσείς στην παρέα μας στο Facebook, κάνοντας like στη σελίδα μας

Comments are closed.