Ο Άντονι Γκαουντί, ο ιδιοφυής αρχιτέκτονας της Βαρκελώνης είναι ο άνθρωπος που άλλαξε την εικόνα της. Την μετέτρεψε σε μία από τις πιο τουριστικές πόλεις του κόσμου και σίγουρα την πιο τουριστική πόλη της Ισπανίας.
Από την Ηρώ Στ. Μπουσούνη
Η Βαρκελώνη είναι μια πόλη που ερωτεύεσαι |
Όποια πέτρα και αν σηκώσει κάποιος στη Βαρκελώνη, όποιο κτήριο κι αν τον εντυπωσιάσει, ακόμα και ο αέρας της, έχει την υπογραφή του Άντονι Γκαουντί. Ο ιδιοφυής αρχιτέκτονας γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1852 στην Καταλονία και πέθανε στις 10 Ιουνίου 1926 στην Βαρκελώνη όταν πατήθηκε από τραμ. Ο κόσμος της Βαρκελώνης νόμιζε πως ο άτυχος άντρας που σκοτώθηκε ήταν ένας ζητιάνος. Αποκαλύφθηκε όμως πως ήταν ο αρχιτέκτονας της πόλης, ο διάσημος Άντονι Γκαουντί.
Ελάτε και εσείς στην παρέα μας στο Facebook, κάνοντας like στη σελίδα μας. |

Το πρόβλημα της υγείας του οδήγησε τον Γκαουντί να ασχοληθεί και με την υγιεινή διατροφή. Μετά την προτροπή των γιατρών του επέλεξε την χορτοφαγία. Η αυστηρή χορτοφαγική δίαιτα που ο ίδιος επέβαλε στον εαυτό του, σε συνδυασμό με τις θρησκευτικές νηστείες – καθώς ο Γκαουντί ήταν βαθιά θρησκευόμενος – εξαντλούσαν περιστασιακά περισσότερο τον οργανισμό του. Το 1894 κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του.
Από μικρός έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική.
Δεν ήταν άριστος μαθητής, μάλλον μέτριος, αλλά μετά από προσπάθειες κέρδιζε κάποιους καλούς βαθμούς, εκτός από την Γεωμετρία στην οποία ήταν εξαιρετικός. Σπούδασε αρχιτεκτονική στη σχολή Llotja και στην Ανώτατη Σχολής Αρχιτεκτονικής της Βαρκελώνης. Για να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του εργάστηκε ως συντάκτης διαφόρων αρχιτεκτόνων και κατασκευαστών όπως οι Leandre Serrallach, Joan Martorell, Emili Sala Cortés, Francisco de Paula del Villary Lozano, Josep Fontseré. Παράλληλα μελετούσε φιλοσοφία, ιστορία, οικονομία, αισθητική και γαλλικά.
Ο διευθυντής της Ανώτατης Σχολής Αρχιτεκτονικής της Βαρκελώνης όταν του έδωσε το πτυχίο είχε δηλώσει «έχουμε δώσει ακαδημαϊκό τίτλο είτε σε έναν ανόητο είτε σε μια μεγαλοφυΐα. Ο χρόνος θα δείξει».

Ο Γκαουντί ήταν επηρεασμένος από τα μεσαιωνικά βιβλία, τη γοτθική τέχνη και όλα αυτά σε συνδυασμό με απεικονίσεις ανατολικών δομών και τα σχήματα της φύσης. Επηρεάστηκε σημαντικά από τα θεωρητικά γραπτά του Άγγλου John Ruskin, από το βιβλίο του Viollet–le–Duc και τον William Morris. Ανέπτυξε όμως ένα δικό του στυλ.
Η αρχιτεκτονική του πέρασε από διάφορες φάσεις.
Το 1878 ασκούσε ένα βικτοριανισμό ο οποίος ήταν εμφανής στα σχολικά του έργα αλλά γρήγορα ανέπτυξε έναν τρόπο σύνθεσης με πρωτοφανείς αντιπαραθέσεις γεωμετρικών μαζών, με επιφάνειες διακοσμημένες με τούβλο, πέτρα με μοτίβο κεραμικά πλακάκια, floral ή reptilian metalwork. Από το 1902 τα σχέδια του ξεφεύγουν από τη συμβατική οροθετική ονοματολογία και εκτός από ορισμένα εμφανή σύμβολα της φύσης ή της θρησκείας, τα κτήρια του Γκαουντί έγιναν απεικονίσεις της δομής των υλικών τους.
Μεταξύ των πρωταρχικών στοιχείων του συστήματός του ήταν τα φράγματα και οι κίονες που κλίνουν για να μεταδίδουν διαγώνιες ωθήσεις και λεπτά σαν κέλυφος, πλαστικοποιημένα θολωτά κεραμικά πλακίδια που ασκούν πολύ μικρή ώθηση. Το Casa Batllo(1904-1906) ήταν μία ανακαίνιση ενός κτηρίου που ενσωματώνει νέα εξισορροπημένα στοιχεία, κυρίως στην πρόσοψη. Στo Casa Mila (1905-1910) σχεδίασε τους πολλούς ορόφους σαν συστάδες πλακιδίων. Αυτά τα δύο κτήρια τα σχεδίασε με σχήματα και επιφάνειες ως μεταφορές του ορεινού και θαλάσσιου χαρακτήρα της Καταλονίας.

Το πρώτο του μεγάλο έργο ήταν η στέγαση των εργαζομένων σε ένα εργοστάσιο, το Cooperativa Mataronense (συνεταιρισμός Mataró). To έργο είχε ως στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων. Δυστυχώς, χτίστηκε μόνο ένα τμήμα του εργοστασίου καθώς ο Γκαουντί δε κατάφερε να υλοποιήσει όλες του τις ιδέες. Η παρουσίαση του συγκεκριμένου έργου μαζί με μία βιτρίνα που είχε φτιάξει για τον κατασκευαστή Comella, στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού (1878), σήμανε την αρχή της φήμης του. Εκεί συναντήθηκε με τον βιομήχανο Eusebi Güell που εντυπωσιάστηκε από το μοντέρνο σχεδιασμό του Γκαουντί. Του ανέθεσε μερικά από τα πιο σπουδαία του έργα: τις κάβες και τα περίπτερα Güell, το παλάτι Güell, το πάρκο Güell.
Το 1883 ανατέθηκε στον Γκαουντί το έργο της ζωής του, η Sagrada Família. Μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο έργο.

Η Sagrada Familia είναι ρωμαιοκαθολική εκκλησία στην Βαρκελώνη και αποτελεί Μνημείο Παγκόσμια Κληρονομιάς της UNESCO. O Γκαουντί ανέλαβε το έργο το 1883 όταν ο αρχιτέκτονας που την είχε αναλάβει, Francisco de Paula del Villar, παραιτήθηκε. Ο Γκαουντί μεταμόρφωσε το έργο με μορφές μοντερνισμού σε γοτθικό ρυθμό. Η κατασκευή του έργου βασιζόταν σε δωρεές και για αυτό προχωρούσε αργά. Μέχρι το θάνατο του Γκαουντί υπολογίζεται ότι ήταν πλήρες λιγότερο από το ένα τέταρτο του έργου του.
Το 2026 που συμπληρώνονται εκατό χρόνια από το θάνατο του Γκαουντί, πιθανολογούν ότι θα έχει ολοκληρωθεί η Sagrada Familia.

Δεδομένου ότι οι δουλειές που αναλάμβανε αυξάνονταν συνεχώς, δημιούργησε την ομάδα του για να εργαστεί ταυτόχρονα σε πολλαπλά προγράμματα. Η ομάδα αποτελούνταν από επαγγελματίες από όλους τους τομείς κατασκευής. Αρκετοί αρχιτέκτονες που εργάστηκαν για τον Γκαουντί έγιναν διάσημοι αργότερα όπως ο Josep Maria Jujol, o Juan Rubió, o Cesar Martinell, o Frabcesx Folguera και ο Josep Francess Ràfols.

Φορούσε λιγοστά ρούχα, καθόλου ακριβά, με αποτέλεσμα να τον περάσουν για ζητιάνο.
Οι οδηγοί ταξί αρνήθηκαν να πάνε το «ζητιάνο» στο νοσοκομείο και τον μετέφεραν κάποιοι περαστικοί. Αργότερα επιβλήθηκε πρόστιμο στους οδηγούς ταξί από τη δημοτική αστυνομία. Στις 10 Ιουνίου, ξεψύχησε σε ηλικία εβδομήντα τεσσάρων ετών, αφήνοντας τη Sagrada Familia, το μεγάλο του έργο, ημιτελή. Το στυλ του γνωστού αρχιτέκτονα χαρακτηρίζεται από την ελευθερία της μορφής, το έντονο χρώμα, την πλούσια υφή και την οργανική ενότητα. Ο Γκαουντί ποτέ δεν έπαψε να μελετά τις μηχανικές κατασκευές του κτηρίου και θεωρείται ο ηγέτης του καταλανικού μοντερνισμού.
Πηγές: britannica.com, gaudiclub.com, casabatllo.es/en/antoni-gaudi/, gaudiallgaudi.com, documentary Sagrada: The Mystery of Creation (2012) by Stephen Haupt
Comments are closed.